- ψευδοκῆρυξ
- ψευδο-κῆρυξ, ῡκος, ὁ,A false, lying herald, S.Ph.1306.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ψευδοκήρυξ — ήρυκος, ὁ, Α κήρυκας που αναγγέλλει ψευδείς ειδήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + κῆρυξ] … Dictionary of Greek
κήρυκας — ο (ΑΜ κήρυξ και κήρυξ, υκος, Α αιολ. τ. κᾱρυξ, ὁ και σπαν. ἡ) 1. αυτός που κηρύσσει κάτι μεγαλοφώνως στο πλήθος, διαλαλητής, ντελάλης («κήρυκες, Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που διδάσκει ή μεταδίδει με προφορικό ή γραπτό λόγο… … Dictionary of Greek
ψευδοκήρυκας — ψευδοκή̱ρυκας , ψευδοκῆρυξ false masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)